Δυστυχώς όμως, οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις της σημερινής περιόδου αδυνατούν (ή αποφεύγουν σκοπίμως) να το αντιληφθούν. Στην αριστερά της οπορτουνιστικής ανευθυνότητας που εκφράζεται κύρια μέσα στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ, δυσκολεύονται να αντιστοιχήσουν τις αυξημένες προσδοκίες που γέννησε η εκλογική εκτόξευση των ποσοστών τους με τους περιορισμούς της οικονομικής και πολιτικής πραγματικότητας.

 
Στη (νέο)συντηρητική δεξιά, η παραδοσιακή εσωστρέφεια, πέρα από το να ερεθίζει τα φοβικά ανακλαστικά της κοινωνίας, δεν επαρκεί προκειμένου να διαμορφώσει μια σύγχρονη και προοδευτική Ελλάδα. Και οι δύο τους αναπαράγουν ένα κακέκτυπο του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος σε ένα κατώτερο σημείο ισορροπίας, ανίκανοι να συμβάλουν στην αλλαγή παραδείγματος της χωρας. Έτσι, το «Μνημόνιο» προσφέρει σε ορισμένους βολική δικαιολόγηση ώστε να μεταφέρουν αλλού την ευθύνη των εφαρμοζόμενων (επώδυνων) μέτρων και αλλαγών, ενώ για άλλους αποτελεί έναν εξίσου βολικό εξωτερικό αντίπαλο προκειμένου να υπεραμυνθούν των δυσλειτουργιών του πρόσφατου παρελθόντος.
 
Ο (μικρός) δικομματισμός τους είναι πολιτικά ασταθής, οικονομικά επιζήμιος και κοινωνικά αδιέξοδος. Το πολιτικό μας σύστημα απέτρεψε την χρεοκοπία, δεν εξασφάλισε όμως τη σωτηρία. Οι προκλήσεις που διαφαίνονται στον ορίζοντα υπερβαίνουν τις βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις των δανειστών μας.
 
Το κοινωνικο-οικονομικο και πολιτικο περιβαλλον που διαμορφώνεται, οριοθετεί το νέο πλαίσιο της πολιτικής. Γνωρίζουμε ότι, σε συνθήκες παρατεταμένης οικονομικής υφεσης παρατηρείται ενίσχυση της πόλωσης με ενδυνάμωση των πολιτικών άκρων και συρρίκνωση του μεσαίου χώρου, διευρύνονται οι ανισότητες και αυξάνεται κατακόρυφα η ζήτηση για υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας, αυξάνονται οι κοινωνικές αντιστάσεις απέναντι στις μεταρρυθμίσεις καθώς τα οργανωμένα συμφέροντα επιδίδονται σε «πολεμο φθορας» και βέβαια, φθείρονται ταχύτατα οι κυβερνητικοί σχηματισμοί ως αποδέκτες της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Καθώς οι οικονομικές συνθήκες δεν πρόκειται να βελτιωθούν θεαματικά στο επόμενο διάστημα, μια ολοκληρωμένη πολιτική στρατηγική πρέπει να δομηθεί γύρω από τους παρακάτω άξονες:
 
-Διαμόρφωση του πλαισίου για το νέο ρόλο του κράτους. Το «λιτοδίαιτο» κράτος, το οποίο, με βασική του αρχή τη δημοσιονομική εγκράτεια, θα κάνει «περισσότερα με λιγότερα», μπορεί να συμβάλει στην ανάταξη της οικονομίας. Κλειδί αποτελεί η προσεκτική και λεπτομερής αξιολόγηση κάθε πτυχής των δημόσιων πολιτικών, περικόπτοντας τις λιγότερο αποτελεσματικές δαπάνες, ιεραρχώντας τους τομείς απελευθέρωσης των αγορών. Ακόμη, απαιτείται η μεταφορά του κέντρου βάρους των δημοσίων δαπανών απο τις υποδομές στις κοινωνικές επενδύσεις (ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, εκπαίδευση/κατάρτιση). Και βέβαια, οι δημόσιες πολιτικές πρέπει να χρηματοδοτηθούν απο ένα οικονομικά αποτελεσματικό και κοινωνικά δίκαιο, ανταποδοτικό και καθολικό φορολογικό σύστημα, με βάση τη διάκριση ανάμεσα σε «κερδισμένο» και «μη κερδισμένο εισόδημα».
 
-Ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού συστήματος κοινωνικής προστασίας. Απαιτείται το συντομότερο ο σχηματισμός ενός λειτουργικού «διχτυού ασφαλείας» που θα προστατεύσει τις πλέον ευαλωτες κοινωνικές ομάδες που απαρτίζουν το «νέο κοινωνικό ζήτημα». Τούτο αποτελεί ηθική επιταγή, πολιτική προτεραιότητα για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, αλλά και οικονομική αναγκαιότητα προκειμένου να μην απαξιωθεί πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο.
 
-Βελτίωση των όρων της «καλής διακυβέρνησης» (λογοδοσία, διαφάνεια, κ.α.), της ποιότητας της δημοκρατίας (χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων, πλαίσιο λειτουργίας των ΜΜΕ, ενίσχυση του ρόλου της κοινωνίας των πολιτών). Και τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, απαιτείται η προβολή της έννοιας της Καλής Κοινωνίας, κύριο συστατικό της οποίας είναι η αίσθηση του «γενικού συμφέροντος». Οι εγωιστικές συμπεριφορές ατόμων και ομάδων καταδικάζουν τη χώρα στη στασιμότητα. Η άλλη όψη της ατομικής ευθύνης είναι η κοινωνική υπευθυνότητα.
 
Γίνεται αντιληπτό ότι, για την επίτευξη των παραπάνω αναγκαίων μεταρρυθμίσεων απαιτείται ο σχεδιασμός ενός «οδικού χάρτη», που με όχημα ένα εθνικό πρόγραμμα ανασυγκρότησης, θα μας επιτρέψει να βρούμε τον δρόμο μας στη σύγχρονη πραγματικότητα. Ποιες είναι όμως εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που θα διεκδικήσουν την «ιδιοκτησία» (ownership) και θα προσδώσουν θετικό περιεχόμενο στο πρόγραμμα;
 
Η έκταση των αναγκαίων αλλαγών υπερβαίνει πραγματικά τις δυνατότητες ή/και τη θέληση των υφιστάμενων πολιτικών δυνάμεων. Προϋποθέτει τη σύγκρουση με κατεστημένες νοοτροπίες και οργανωμένες πρακτικές. Απαιτούνται ευρύτατες συναινέσεις και νέες ισορροπίες που στο υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό δεν φαίνεται να διαμορφώνονται.
 
Εκ των πραγμάτων λοιπόν, ο ενδιάμεσος χώρος ανάμεσα σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ αναδεικνύεται ως ο χώρος της σύνθεσης, της σταθερότητας και της προοπτικής.  Που μπορεί να ανατρέψει τις κατεστημένες ισορροπίες χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Οι πολιτικές δυνάμεις που μπορούν να εκφράσουν το νέο μεταρρυθμιστικό χώρο εντοπίζονται στο χώρο της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας, του φιλελεύθερου κέντρου, της μεταρρυθμιστικής αριστεράς αλλά και της ρεαλιστικής οικολογίας.
 
Η σύγκλιση και σύνθεση των ιδεών τους μπορούν να αναγεννήσουν την τελματωμένη πολιτική μας ζωή. Στη συνέχεια μπορούν να ακολουθήσουν τα κατάλληλα πρόσωπα που θα υποστηρίξουν τις μεταρρυθμιστικές πολιτικές, γνωστά πρόσωπα που θα τολμήσουν μαζί με νέα πρόσωπα που θα αναδειχθούν.
 
Η πρωτοβουλία των «58» φιλοδοξεί να πυροδοτήσει τις απαραίτητες διεργασίες για την πολιτική έκφραση του προοδευτικού μεταρρυθμιστικού χώρου. Φιλοδοξεί να δώσει βάσιμη ελπίδα στους έλληνες πολίτες που αντιλαμβάνονται τις απαιτήσεις των καιρών. Και οι οποίοι αναζητούν ρεαλιστικές απαντήσεις, αντί να καταφεύγουν σε ανεδαφικές επιλογές με τις οποίες λαϊκιστές πολιτευτές επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τα καθημερινά άγχη και τις δικαιολογημένες ανησυχίες τους.
 
Στην περίφημη «Αργώ» του Γιώργου Θεοτοκά, ένας από τους ήρωες παρατηρεί  πως, «πρέπει να αλλάξουνε πολλά πράματα. Κανένας άνθρωπος λογικός και δίκαιος δεν μπορεί να δεχτεί το σημερινό καθεστώς ως οριστικό. Μα πρέπει να βαδίσουμε σιγά-σιγά, με πολλή φρόνηση, να διορθώνουμε πράγματα με τα μέσα που μας προσφέρει η πραγματικότητα. Δεν πρέπει να ξεπεράσουμε τα όρια του δυνατού και να ριχτούμε τυφλά σε καταστρεπτικές περιπέτειες». Να ονειρευτούμε δηλαδή με τα μάτια ανοιχτά!
 
*Ο Δημήτρης Σκάλκος είναι πολιτικός επιστήμονας-διεθνολόγος. Συνυπέγραψε την Πρωτοβουλία για τη Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη

By admin

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.