Κάποιος να επενδύσει στην αξία της νεολαίας και όχι στον θυμό ή στους φόβους της
Η Κεντροαριστερά έχει ένα ιστορικό συγκριτικό πλεονέκτημα: είναι το πιο ανοιχτό σύστημα ιδεών και πολιτικής συμμετοχής. Οι ιστορικές αναδιανομές ευκαιριών και η ανασυγκρότηση των θεσμών κοινωνικής κινητικότητας είναι στοιχεία της προοδευτικής της ταυτότητας.
Μπορεί η Κεντροαριστερά να αποκαταστήσει αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα; Μπορεί να γίνει η κοινωνική έκφραση μιας μπλοκαρισμένης κοινωνίας, όπου η χαμένη συνοχή των αξιών και της συλλογικής ευημερίας έχει υποκατασταθεί από μια οριακή «συνοχή του φόβου» για τα χειρότερα; Μπορεί να μιλήσει στους νέους, αν και μάλλον θα «σπάσει τα μούτρα της»;
Οποιο ερώτημα και να διατυπωθεί για την Κεντροαριστερά έρχεται αντιμέτωπο με την πολιτική και ιδεολογική αμηχανία της. Αμηχανία, όμως, που δεν προδίδει αδυναμία, όπως βολικά πολλοί υποθέτουν, αλλά λογική αυτοσυγκράτηση απέναντι σε έναν κόσμο που αλλάζει γρηγορότερα από τις ιδέες μας και που η προσπάθεια να εξηγηθεί είναι η μόνη σοβαρή προϋπόθεση για να αλλάξει. Απέναντι σε όσους έχουν έτοιμες λύσεις για όλα ή έχουν το «κληρονομικό» προνόμιο να επικοινωνούν τηλεπαθητικά με την αόριστη γενική βούληση, η Κεντροαριστερά βρίσκεται στη «μειονεκτική» θέση να χρησιμοποιεί τα εργαλεία που βρίσκονται σε σπανιότητα: ιδέες, αναστοχασμός, συνθέσεις, πολιτικός λόγος, πολιτικό «παράδειγμα» που ενσαρκώνει την αλλαγή και τη δικαιοσύνη. Μπορεί να πετύχει;
Δεν είμαι σίγουρος. Η αβεβαιότητα και η κρίση θα τραβούν για αρκετό χρόνο το χαλί κάτω από τα πόδια μας. Οι εσωτερικές αντιφάσεις του χώρου και οι χωρίς περιεχόμενο ανταγωνισμοί θα βάζουν χειρόφρενο. Είμαι σχετικά σίγουρος, όμως, για το προς τα πού πρέπει να κινηθεί.
Να αλλάξει τη «μηχανική» τής ανασυγκρότησής της. Να πάψει να εγγράφεται ως ελίτ project εσωτερικής διαπραγμάτευσης για την αναπαραγωγή συντηρητικών, ιεραρχικών συστημάτων συμμετοχής. Να «σπάσει» τα «γεροντοκρατικά» συστήματα εκπροσώπησης. Να γίνει λιγότερο προσωποκεντρική και περισσότερο ιδεοκεντρική. Να πείσει την κοινωνία ότι μπορεί να ενσαρκώσει αυτό που η ίδια επιθυμεί για τη χώρα: να γίνει, δηλαδή, υπόδειγμα ανασυγκρότησης με ενότητα, εξωστρέφεια και ένα νέο μοντέλο συμμετοχής και εκπροσώπησης. Το εγχείρημα της Κεντροαριστεράς ή θα «κοινωνικοποιηθεί» ή θα αποτύχει, καταλήγοντας να είναι ένα μικρό «κίνημα» τεχνοκρατικού μεταρρυθμισμού χωρίς «λαό». Αυτό είναι και το διακύβευμα για το επόμενο βήμα της πρωτοβουλίας των 58.
Να δώσει τη μάχη εκπροσώπησης της νέας γενιάς. Για να το κάνει αυτό πρέπει στην πράξη να προτείνει τρόπους που θα πετύχουν μια νέα ιστορική, πολιτική, κοινωνική και διαγενεακή αναδιανομή πόρων, κινήτρων βαρών και ευκαιριών. Ενδεικτικά μόνο, για:
– να μπουν οι νέοι εντός των τειχών του συστήματος κοινωνικής προστασίας με το πέρασμα από το κοινωνικό κράτος της «συνταξιολαγνείας» στο κοινωνικό κράτος των παιδιών και των νέων
– να μπουν οι νέοι εντός των τειχών της ανταγωνιστικής αγοράς με σπάσιμο όλων των κλειστών συστημάτων και τη «θεσμοποίηση της αποτυχίας» που δίνει νέες ευκαιρίες σε περισσότερους και σε λιγότερο προνομιούχους
– να εκπροσωπηθούν θεσμικά τα συμφέροντα της νέας γενιάς (από το blog της G700 έχουν εδώ και χρόνια διατυπωθεί προτάσεις) στα συστήματα λήψης αποφάσεων ώστε να αποτραπεί η συλλογική μυωπία που ρίχνει όλα τα βάρη στο μέλλον
– να δοθεί φωνή εκπροσώπησης στο αγνοημένο «πρεκαριάτο» που είναι ανυπεράσπιστο απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία και ανομία
– να ανοίξουν τα συστήματα συμμετοχής στην πολιτική διαδικασία. Π.χ., να τολμήσει η Κεντροαριστερά να ανοίξει συζήτηση για ψήφο στα 16 στις μεθεπόμενες τοπικές εκλογές.
Είναι βέβαιο ότι οι νέοι θα γυρίζουν για καιρό την πλάτη τους στην Κεντροαριστερά. Το ρήγμα εμπιστοσύνης είναι μεγάλο. Η αλλαγή στη μηχανική τής ανασυγκρότησης και τα κυρίαρχα πολιτικά προτάγματα είναι τα μόνα εργαλεία που έχουμε. Να είμαστε, όμως, αισιόδοξοι γιατί μακροπρόθεσμα όσοι επενδύσουν στην αξία της νέας γενιάς και όχι στον θυμό της ή στον φόβο της, δεν πρόκειται να αποτύχουν.
Ο Πασχάλης Αγανίδης είναι οικονομολόγος, υποψήφιος διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης.