Αν τα αριστοκρατικά έθνη δεν κάνουν αρκετή χρήση των γενικών ιδεών και χαρακτηρίζονται συχνά από μια απερίσκεπτη περιφρόνηση γι’ αυτές, συμβαίνει αντιθέτως, οι δημοκρατικοί λαοί να είναι πάντοτε διατεθειμένοι να κάνουν κατάχρηση αυτού του είδους ιδεών και να επιδεικνύουν μιαν αδιάκριτη ζέση γι’ αυτές.

Αλέξης ντε Τοκβίλ

Η «σωτηρία του δυτικού κόσμου από την παρακμή», είναι ο μόνιμος και διαρκής στόχος που έθεσε στον εαυτό του ο πολιτικός νεοσυντηρητισμός του 20ου αιώνα, καθώς και ο φασισμός ως μία από τις ακραίες εκφράσεις του. Το μέγεθος της κατάχρησης και της διαστρέβλωσης των γενικών ιδεών από τους νεοσυντηρητικούς κάθε ιδεολογικής καταγωγής, δεν θα μπορούσε ούτε ο ίδιος ο ντε Τοκβίλ ναπροβλέψει.                                                                               Στον 21ο αιώνα, εκφράζεται από την δεξιά αμερικανική διανόηση, τον υπερχριστιανικό κόσμο του αγροτικού νότου και το tea party, φθάνοντας μέχρι τον γαλλικό κυρίαρχο πανεπιστημιακό ανορθολογισμό, τις μεταλλάξεις του ακροδεξιού λεπενικού μορφώματος, καθώς και τις διάφορες υπερσυντηρητικές έως νεοφασιστικές «Λίγκες», που τις τελευταίες τρεις δεκαετίες ξεπήδησαν φαινομενικά από το πουθενά, τόσο στον αναπτυγμένο ευρωπαϊκό «εργατικό βορρά», όσο και στον υποανάπτυκτο «οκνηρό νότο». Αυτονόητο είναι ότι οι θρησκευτικές εξουσιαστικές δομές είναι μόνιμος σύμμαχος του νεοσυντηρητισμού και από τους πιο φανατικούς πολέμιους της νεωτερικότητας. Στην νεοσυντηρητική θεώρηση, τέλος, έχει προσχωρήσει σημαντικό κομμάτι της κομμουνιστικής αριστεράς, τονίζοντας ακόμη περισσότερο την ετερογένεια και την αντιφατικότητα του ιδεολογικού ρεύματος.

Έχει σημασία να επισημάνουμε ότι οι εξελίξεις αυτές στον νεοσυντηρητικό χώρο, δεν είχαν καμία σχέση με την παγκόσμια οικονομική κρίση, αφού έχουν ξεκινήσει δεκαετίες πριν, με την επέλαση του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού, που με πολιορκητικό του κριό το χρηματιστηριακό κεφάλαιο, έχει αλώσει ένα σημαντικό μέρος της πολιτικής εξουσίας, υποχρεώνοντας πια τις πολιτικές δυνάμεις ή να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο και τη θέση τους στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι ή να εκμετρήσουν το πολιτικό τους ζήν.

Πάνω σ’ αυτόν τον πολιτικοϊδεολογικό καμβά, αναπτύσσεται ο νεοσυντηρητισμός, με χαρακτηριστικά του τον πολιτικό φονταμενταλισμό, το ρατσισμό, την καλυμμένη ή απροκάλυπτη εχθρότητα στα ανθρώπινα δικαιώματα, στις δημοκρατικές αρχές, στο κοινοβουλευτικό σύστημα και στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Με λίγα λόγια, ένα γνήσιο τέκνο του Αντιδιαφωτισμού.                                                                                        


1. Διαφωτισμός και Αντιδιαφωτισμός.

Για να τολμήσει ο Άνθρωπος να επιτύχει ό,τι διακήρυξε το 1789, έπρεπε να διαμορφώσει μία αντίστοιχη εικόνα για τον εαυτό του. Ήταν η εικόνα του Πολίτη της προσωπικής χειραφέτησης, της φυσικής ισότητας με συνέπεια την ισότητα δικαιωμάτων, της σκέψης και της αμφισβήτησης ως αρετών του, της επιδίωξής του για το καλό στα πλαίσια του ορθού και της καθιέρωσής του ως πυρηνικής οντότητας στη διαχείριση των δημοσίων/κρατικών υποθέσεων.Αυτές οι ιδέες κλόνιζαν την αντίληψη που (για πάνω από 10 αιώνες) υπήρχε για την κοινωνία των ανθρώπων, ως φυσική τάξη πραγμάτων ακλονήτως εκπορευόμενη από θεούς, τόσο περισσότερο ακατανόητους, όσο περισσότερο η φιλοσοφία κατανοούνταν ως «δουλειά» των φιλοσόφων. Κλόνιζαν ταυτόχρονα τα θεμέλια της ολοκληρωτικής επικυριαρχίας μιας κοινωνικής τάξης πάνω σε όλη την κοινωνία, αναγκάζοντάς την να υπερασπισθεί τον δικό της παλαιό κόσμο.

Στην υπεράσπιση του υπάρχοντος απέναντι στο νεωτερικό, θα βρίσκεται από τον 17ο αιώνα μέχρι και σήμερα ο πυρήνας όλων των συντηρητικών αναδιπλώσεων:
Οι ιδέες του Διαφωτισμού ξεκίνησαν πολύ πριν από τη Γαλλική Επανάσταση. Από τον Σκεπτικισμό των «Δοκιμίων» του Μονταίν και την Ένδοξη Αγγλική Επανάσταση του 1688, μέχρι τον «Λόγο περί Μεθόδου» του Ντεκάρτ – και από τον Εμπειρισμό της «Δεύτερης Πραγματείας περί Διακυβέρνησης» του Λοκ, μέχρι το «Κοινωνικό Συμβόλαιο» και τις «Συζητήσεις για την καταγωγή της ανισότητας ανάμεσα στους ανθρώπους»  του Ρουσσώ, ένα δημιουργικό φιλοσοφικό συνεχές εφάμιλλο της αρχαιοελληνικής φιλοσοφικής δυναμικής (της οποίας ήταν η συνέχεια), επέδρασε καταλυτικά στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες πολιτείες της Αμερικής.

Γαλιλαίος και Κοπέρνικος στον μεγάκοσμο και Φον Λέβενχουκ στον μικρόκοσμο, είχαν ήδη με τις ανακαλύψεις τους προμηθεύσει στην ανθρωπότητα το θεμελιώδες υλικό που άλλαζε άρδην την εικόνα που είχε ο Άνθρωπος για τη Φύση και το Θεό, προετοιμάζοντας το έδαφος για τον «αιώνα των φώτων», που θα άλλαζε άρδην και την εικόνα που είχε για τον εαυτό του και την κοινωνία, διαλύοντας την τέλεια εικόνα που είχε διαμορφώσει για τον Άνθρωπο ο δυτικός χριστιανισμός του ιερού Αυγουστίνου. Ενώ όμως σε δυτική Ευρώπη και Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, τον κόσμο σφράγιζε το δημιουργικό φιλελεύθερο Εγώ, που αναδυόταν μέσα από τις ιδέες του Αγγλικού και Γαλλικού Διαφωτισμού, δεν συνέβαινε το ίδιο στον ανατολικό χριστιανικό  κόσμο, όπου οι Οσμανικές Πατριαρχικές και Διοικητικές δομές, το επηρεασμένο από τον Ασιατικό τρόπο παραγωγής εμπόριο και η Βυζαντινή άχρονη πνευματικότητα, δημιούργημα της αυθεντίας των πατερικών κειμένων, είχαν ορθώσει απόρθητα τείχη στις νέες ιδέες. Στα πλαίσια αυτών των δομών, ο χρόνος, ως παράγων κοινωνικής και ατομικής ωριμότητας, η ανεξάρτητη σκέψη, η κριτική αμφισβήτηση και το Καντιανό sapere aude (τόλμα να γνωρίζεις), ποτέ δεν περιλήφθηκαν στον κατάλογο των αρετών των ανατολικών χριστιανικών ή μη κοινωνιών, παρά τις προσπάθειες πολλών «διαφωτισμένων» διανοουμένων. Αυτό που τελικά υπήρξε η συνισταμένη αντίρροπων κοινωνικών και οικονομικών τάσεων στα «παλαιοχριστιανικά» Βαλκάνια, είναι ό,τι σήμερα κατανοούμε ως Βαλκανική ιδιοπροσωπία, μέρος της οποίας είμαστε.

Μαζί με τις ιδέες του Διαφωτισμού στη Δύση, θα ήταν παράλογο να μην αναπτυχθούν και εκείνες που αποτέλεσαν την πολεμική του. Όσοι αισθάνονταν ότι η ανατροπή της επουράνιας τάξης πραγμάτων ήταν ο προπομπός της αποκαθήλωσης της επίγειας εξουσίας τους, αντέδρασαν: Ο λόγος του Αντιδιαφωτισμού άρχισε να οργανώνεται στη Δύση, χρησιμοποιώντας ως ιδεολογικό όπλο του την εμπειρική, μη συστηματική Αγγλική «σχολή», με στόχο να αντιμετωπίσει τις εκρηκτικές ανισότητες που έφερνε η κατάρρευση της φεουδαρχίας σε συνδυασμό με τον Αναγεννησιακό προπομπό της νεωτερικότητας, πολύ πριν η αντίστοιχη Γαλλική θεωρητική και ορθολογιστική σχολή να κάνει αισθητή την εμφάνισή της.

Είναι αδύνατον στα πλαίσια αυτού του σύντομου κειμένου να διατρέξουμε, έστω, τις κυριότερες πτυχές αυτής της φιλοσοφικής διαμάχης που ακολούθησε. Σημασία έχει να δούμε ότι ενώ στο χώρο της φιλοσοφίας οι δύο αυτές σχολές μνημονεύονται από κοινού και συναποτελούν τους πυλώνες της Διαφωτιστικής σκέψης, προγόνους του σύγχρονου κοινωνικού φιλελευθερισμού, της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, στο πεδίο της κοινωνικής ανθρωπολογίας και της πολιτικής εξακολουθούν μέχρι σήμερα να τροφοδοτούν με νέο υλικό την διαμάχη παράδοσης-νεωτερικότητας.




2. Αγγλικός και Γαλλικός Διαφωτισμός.

Αποφασιστικής σημασίας διακύβευμα της θεωρητικής διαπάλης παράδοσης-νεωτερικότητας ήταν το ζήτημα της Ελευθερίας. Πολιτική του έκφραση υπήρξε η διαμάχη για το ρόλο του Κράτους, ως οργανωτή και εγγυητή της Ελευθερίας.  Μέχρι το 1789 η κρατική εξουσία ήταν αδιαμφισβήτητη, υπήρχε και ασκούνταν ελέω και εν ονόματι του θεού και αυτή η προέλευση νομιμοποιούσε την «αρμοδιότητά» της να καθορίζει το πεδίο, το περιεχόμενο και τα όρια της Ελευθερίας. Μετά τη Γαλλική Επανάσταση  οι πολιτικοί εκφραστές του Αντιδιαφωτισμού εμπιστεύονταν την  κρατική ισχύ, στο βαθμό και μόνον που αυτή ασκούνταν προς όφελος των ελίτ, αναπαράγοντας την ανισότητα και συγκρατώντας την άνοδο της Δημοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο θεσμός της δουλείας επανήλθε κατά την περίοδο της Παλινόρθωσης.
Με την επικράτηση της Αγγλικής και της Γαλλικής Επανάστασης η Ελευθερία-ως ανθρώπινη κατάσταση-μπορούσε πια να επιδιώκεται ή να τελειοποιείται, μέσα από δύο διαφορετικούς δρόμους:

*  Μέσω των θεσμών και των παραδόσεων που έχοντας αυθόρμητα αναπτυχθεί, αποτελούσαν ένα μισοσυνειδητοποιημένο σύστημα αναφοράς, το γνωστό μας εθιμικό Αγγλοσαξονικό Δίκαιο (common law), όπου η ουσία της Ελευθερίας προσεγγίζεται:   Είναι δηλαδή μία αργή οργανική ανάπτυξη μιας διαδικασίας δοκιμής, λάθους, διόρθωσης, μια αυθόρμητη συνεχής εξελικτική διαδικασία.

*  Μέσω του καρτεσιανού ορθολογισμού, όπου η Ελευθερία κατανοείται ως Ουτοπία βασιζόμενη στις a priori απεριόριστες δυνατότητες της ανθρώπινης λογικής, για την επιδίωξη κάποιου απόλυτου συλλογικού σκοπού, μέσω ενός σχεδίου που θα προκύπτει από έναν έγκυρα οργανωμένο σχεδιασμό.

Η μεθοδολογική αυτή διαφορά για την εννοιολόγηση της Ελευθερίας δείχνει το πραγματιστικό πεδίο προσέγγισής της από την Αγγλική Σχολή σε αντίθεση με την λογοκρατική ρίζα κατανόησής της από την Γαλλική.

Είναι φανερό ότι στην Αγγλοσαξονική εκδοχή της η Ελευθερία τελειοποιείται χωρίς καταναγκασμό, με την προϋπόθεση ότι η επικυριαρχία των θεσμών και της παράδοσης οδηγεί σε μία γραμμική και αδιάκοπη κοινωνική εξέλιξη  (ότι δηλαδή οι κοινωνικές συγκρούσεις δεν θα δημιουργούν καμία Α/συνέχεια στο υπάρχον κοινωνικό status) και έτσι θα εξασφαλίζεται η διάρκεια.  Είναι εξ ίσου φανερό ότι στην Γαλλική εκδοχή της η Ελευθερία κατακτάται ως συνειδητή αναγκαιότητα και κατά συνέπεια η λογική υπερέχει των θεσμών και της παράδοσης, το ορθό προσδιορίζει τα όρια επιδίωξης  του καλού και η κρατική εξουσία  οργανώνει σχεδιασμένα  το μέλλον.

Τελειοποίηση-Διάρκεια και Κατάκτηση

Μέλλον είναι τα διαμετρικά φιλοσοφικά δίπολα της παγκόσμιας Διαφωτιστικής σκέψης πάνω στην θεμελιώδη έννοια της Ελευθερίας. Η θεοκρατία των σκοτεινών αιώνων είχε ήδη δώσει τη θέση της στην φυσιοκρατία της Αναγέννησης. Η ιστορική αιτιοκρατία μέσω της Γαλλικής διαφωτιστικής σκέψης έκανε τα πρώτα δειλά της βήματα.

Κάθε φορά που οι ανισότητες προκαλούν κοινωνική σύγκρουση που οδηγεί τους καταπιεζόμενους σε αμφισβήτηση του πολιτικού/οικονομικού status και η Ελευθερία/Ελευθερίες τίθενται εκ νέου ως θεμέλιο διακύβευμα, η Δημοκρατία καλείται να λειτουργήσει στην μεν Αγγλική σχολή μέσω των θεσμών και της παράδοσης, μέσω δηλαδή της Κοινότητας που είναι ο απροϋπόθετος ιστορικός φορέας τους, στην δε Γαλλική σχολή μέσω του Πολίτη ως ατομικότητας που a priori ενσωματώνει στη δράση του τον Ορθολογισμό και την  Ηθική.Η κατάσταση ισορροπίας που διαδέχεται την περίοδο σύγκρουσης, αποκαθιστά την κοινωνική ειρήνη που είναι κατανοητή και αποδεκτή στην μεν Αγγλική σχολή ως απρόσωπη διαδικασία που συντελείται μέσα στην «Αγορά» και οφείλεται στα τυχαία γεγονότα της γέννησης, της καταστροφής και των ευκαιριών, στη δε Γαλλική σχολή ως προϋπάρχων σχεδιασμός της απρόσωπης κρατικής εξουσίας νομιμοποιημένης ως μοναδικού τελικού εκφραστή του «Δημοσίου Συμφέροντος».

Αγορά και Δημόσιο Συμφέρον Αυτοί είναι έκτοτε οι δύο πυλώνες του δημοκρατικού φιλελευθερισμού. Η συνεχώς εξελισσόμενη και συντιθέμενη διαμάχη τους σε ένα όλο και ανώτερο επίπεδο, προσδιορίζει το περιεχόμενο  της έννοιας της Ελευθερίας. Η ερμηνεία και η εξ αυτής χρήση των δύο αυτών θεμελιωδών εννοιών του Διαφωτισμού θα χαρακτηρίζει την διαφοροποίηση της φαντασιακής θέσμισης των δυτικών κοινωνιών των «φώτων» μεταξύ τους και τη θεμελιώδη διαφορετικότητά τους από τις ανατολικές κοινωνίες.Ταυτόχρονα, οι δύο αυτές έννοιες του Διαφωτισμού, Αγορά και Δημόσιο Συμφέρον θα αποτελούν την κυριότερη από τις εσωτερικές εντάσεις του ορθού λόγου στο διηνεκές της πολιτικής του διαδρομής. Το ασφαλέστερο από τα «οχήματα» όπου επιβιβάσθηκαν εξ αρχής οι δύο αυτές έννοιες για να ταξιδέψουν μαζί  με την Δυτική κοινωνία στην πορεία της προς την πρόοδο και την ευημερία ήταν και παραμένει η Σοσιαλδημοκρατία. Τα μεν συντηρητικά «οχήματα» χάθηκαν σε δρόμους που οδήγησαν τη Δυτική ανθρωπότητα στην ασφυξία του Άουσβιτς, τα δε κομμουνιστικά μετά από ένα σύντομο θαλάσσιο ταξίδι γεμάτο τρικυμίες βυθίστηκαν στο Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ.Η Αγορά και το Δημόσιο Συμφέρον αποδείχτηκαν έννοιες πολύ σκληρές για να τις σβήσει ο φασισμός και πολύ ντελικάτες για να επιβιώσουν στο χώρο της κομμουνιστικής κοινωνικής μηχανικής.
Και οι δύο Σχολές του Διαφωτισμού δεν ορίζουν κάποιο αποδεκτό όριο ανισοτήτων.

Στην Αγγλική σχολή δεν αποτελεί αντικείμενο διόρθωσης το ότι κάποια άτομα προηγούνται κατά πολύ των άλλων  (γιατί αυτή η διαφορά θεωρείται πλεονέκτημα και για όσους έπονται), αφού η διάρκεια της κοινωνίας προκύπτει από τις ανισότητες με τις οποίες τροφοδοτεί τα άτομα και που λόγω των ανισοτήτων τους την ανατροφοδοτούν.

Στη Γαλλική σχολή, αυτές, αποτελούν σημείο τριβής και όσοι έπονται (οι πολλοί) των όσων προηγούνται (των λίγων) αποτελούν τη σημειολογική νόρμα της κρατικής παρέμβασης για αποκατάσταση της «ισότητας». Η εξέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων δημιουργούσε νέα κοινωνικά υποκείμενα και νέο καταμερισμό εργασίας.  Αυτός με τη σειρά του μέσω της ενσωμάτωσης των επιστημονικών ανακαλύψεων, υπό την μορφή νέας τεχνολογίας, δημιουργούσε πλεονάσματα αφάνταστα για την εποχή, η ιδιοποίηση των οποίων πολύ γρήγορα έγινε αντικείμενο συγκρούσεων ταξικών συμφερόντων. Στην ιστορική διαδρομή από την πρώιμη εκμηχάνιση της οικοτεχνίας μέχρι την σχεδόν ολική ρομποτοποίηση της βιομηχανίας, αποσαφηνίσθηκε το εννοιολογικό περιεχόμενο της  αγοράς με διαφορετικό τρόπο σε κάθε σχολή:

Στην  Αγγλική είναι ο αυθεντικός/προνομιακός χώρος ανάδειξης και επιβεβαίωσης/απόρριψης των ολοένα και περισσότερο διαφοροποιούμενων ανθρώπινων αναγκών, ενώ παράδοση και θεσμοί επενεργώντας στο κοινωνικό φαντασιακό την ενσωματώνουν ως ένα από τα εργαλεία εξομάλυνσης των συγκρούσεων και συνεπώς μέρος του πολιτικού συστήματος της Δημοκρατίας.Στην Γαλλική είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος όπου η διαρκής κρατική (θεσμική) παρέμβαση υπάρχει με ηθικοπολιτική της υποχρέωση (χωρίς να διακυβεύονται οι ατομικές ελευθερίες) να περιορίζει τη μεγέθυνση των ανισοτήτων (που οι νέες ανάγκες φέρνουν) ώστε  αυτές να μην εξελίσσονται σε συγκρούσεις που θα θέτουν σε κίνδυνο τη Δημοκρατία, αφού η τελευταία τροφοδοτείται από την ισότητα. Η αποδοχή της αγοράς ως μέρους του πολιτικού συστήματος της Δημοκρατίας είναι στην Γαλλική σχολή σημείο έντασης. Έντασης που διατρέχει την εξέλιξη της φιλοσοφικής σκέψης του Διαφωτισμού εγκαθιστάμενη και στον πυρήνα του, δηλαδή τον ορθό λόγο.

Πρόκειται για θεμελιώδη διαφοροποίηση αφού οι δύο σχολές έχουν ως εκκινητικό status η μεν Αγγλική την κοινωνική διαφοροποίηση, η δε Γαλλική την κοινωνική «ισότητα». Η σύνθεση αυτής της διαφορετικότητας είναι στις μέρες μας η απάντηση που οι νεωτερικές δυνάμεις πρέπει να δώσουν στον αντιδιαφωτιστικό ανορθολογισμό, δεξιωνόμενες  ταυτόχρονα την  νεωτερικότητα όπως αυτή διαφοροποιείται σε συνθήκες παγκοσμιότητας, νέων αναγκών και νέων ανισοτήτων.
Η Σοσιαλδημοκρατία, ως εκείνο το ρεύμα πολιτικής σκέψης που κινούμενο μέσα στο αξιακό σύστημα του Διαφωτισμού  καταφέρνει μέχρι σήμερα να συνθέτει τις θεμελιώδεις  έννοιες της Αγοράς και του Δημοσίου Συμφέροντος, οργανώνοντας  την συγκριτικά  πιο επιτυχημένη θεσμική παρέμβαση για την πρόοδο και την ευημερία, δεν μπορεί να μείνει αμέτοχη στην πρόκληση.
Το κείμενο των 58 μας δίνει τη δυνατότητα μετά την Κατάρρευση να ξαναδούμε την Ουτοπία μας με Ελπίδα*

By admin

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.