Η λογική λέει ότι η σκλήρυνση του διπολισμού θα δημιουργούσε συνθήκες ομογενοποίησης του πολιτικού χώρου μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Πόσο μάλλον όταν η σύγκρουση μεταξύ των δύο κομμάτων εξουσίας εξελίσσεται με όρους πολιτικού πρωτογονισμού και πολιτισμικού αναχρονισμού. Αλλά, αντί για δυναμική ενότητας, αναπτύσσεται δυναμική κατακερματισμού, η οποία λειτουργεί υπονομευτικά, αν όχι εκφυλιστικά, για οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια πολιτικής έκφρασης της κοινωνικής Κεντροαριστεράς.

Το πρόβλημα είναι πολυπαραγοντικό:

-Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε κατάσταση αποσύνθεσης λόγω των δημοσκοπήσεων που δείχνουν απώλεια άνω του 50% της εκλογικής του δύναμης όπως αποτυπώθηκε στις κάλπες του 2012. Αυτή τη στιγμή μόνο ο Ευ. Βενιζέλος εμφανίζεται θερμά υποστηρικτικός της “πρωτοβουλίας των 58” υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα χειραφετηθεί πολιτικά, αλλά θα παραμείνει “υπόθεση ΠΑΣΟΚ”. Απέναντί του έχει διάφορες φυλές -υπό την ευρεία έννοια- παπανδρεϊκών, τους 75 υπό τον Μ. Καρχιμάκη, τους Παναγιωτακόπουλους, τους 11 πρώην υφυπουργούς, αλλά επίσης τη Φ. Γεννηματά, τον Κ. Σκανδαλίδη, ακόμη και τον Μ. Χρυσοχοίδη, που φωνάζουν ότι το ΠΑΣΟΚ δεν πρέπει να εξαφανιστεί, εκφράζοντας καχυποψία απέναντι στους σχεδιασμούς της “Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης”. Αλλά δεν έχουν και κάτι άλλο να προτείνουν. Δεν τολμούν να υποστηρίξουν ότι το ΠΑΣΟΚ μόνο του ή με κάποιο συμπλήρωμα θα τα καταφέρει στις ευρωεκλογές, δεν θέτουν θέμα ηγεσίας τώρα, αλλά θα το θέσουν στην πρώτη ευκαιρία, ενώ είναι ένα ερώτημα-ταμπού αλλά υπαρκτό πόσοι θα πήγαιναν με χαρά στον ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον η Κουμουνδούρου τους προσκαλούσε ανοιχτά και κατά μόνας.

-Η ηγεσία και η πλειοψηφία της ΔΗΜΑΡ αρνούνται να πλησιάσουν οποιοδήποτε συμμαχικό σχήμα στο οποίο συμμετέχει το ΠΑΣΟΚ του Ευ. Βενιζέλου, με το επιχείρημα ότι ο δικός τους τρίτος πόλος δεν μπορεί παρά να έχει αντικυβερνητικό πρόσημο. Στο βάθος υπάρχει ο πειρασμός της συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και πριν από τις εκλογές, εφόσον οι δημοσκοπήσεις παραμείνουν αποθαρρυντικές για αυτόνομη εκλογική κάθοδο. Αλλωστε, τελευταία θα πεθάνει η ελπίδα της αποκόλλησης από το ΠΑΣΟΚ ενός παπανδρεϊκού κομματιού που θα μπορούσε να κατευθυνθεί στη ΔΗΜΑΡ, εφόσον δεν βρει θέση στο χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Δεν έχει νόημα να αναρωτηθεί κανείς επί της ουσίας γιατί ο Φώτης Κουβέλης θέλει να συνεργαστεί με τον Ανδρέα Λοβέρδο και τον Χάρη Καστανίδη, αλλά όχι με τον Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο, αφού η βάση της αποστασιοποίησής του από την “Ελιά” έχει να κάνει με τη στροφή προς τον ΣΥΡΙΖΑ ως δυνητικού κυβερνητικού εταίρου. Εξάλλου, ο Αλ. Τσίπρας έχει υποσχεθεί ότι το δικό του κόμμα θα βγάλει τον επόμενο πρόεδρο της δημοκρατίας και αυτό είναι κάτι που καταγράφτηκε με κεφαλαία στην Αγίου Κωνσταντίνου.

-Η μειοψηφία της ΔΗΜΑΡ (Σπ. Λυκούδης, Γρ. Ψαριανός κ.α) θέλουν τον διάλογο με την “πρωτοβουλία των 58” και υποστηρίζουν τη δημιουργία της “Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης” με όρους όσο το δυνατόν μεγαλύτερης αυτονομίας από το ΠΑΣΟΚ. Δεν φεύγουν από τη ΔΗΜΑΡ, αλλά δεν μπορούν και να απαντήσουν στο ερώτημα τι θα κάνουν όταν εμφανιστούν δύο ευρωψηφοδέλτια το Μάιο, ποιο από τα δύο θα υποστηρίξουν. Εκφράζουν την ελπίδα ότι στο τέλος θα υπάρξει ένα ευρωψηφοδέλτιο και κάνουν την ευχή τους επιχείρημα. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τους ευρωσοσιαλιστές που δεν ξέρουν ποιους συντρόφους να πρωτοστηρίξουν εδώ και πώς να αποφύγουν τα απόνερα από τις αψιμαχίες για το αν υπάρχει ή όχι αποκλειστικότητα του ΠΑΣΟΚ στη σχέση με το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα ή έχει μερίδιο και η ΔΗΜΑΡ -την ώρα που το πραγματικό θέμα είναι αν αυτή τη φορά η χώρα μας θα εκλέξει πάνω από έναν Σοσιαλιστή ευρωβουλευτή.

-Οι “58” ξεκίνησαν με καλές προθέσεις αλλά με σημαδεμένη την τράπουλα, αφού η λογική του “ΠΑΣΟΚ plus” ήταν κυρίαρχη εν τη γενέσει της πρωτοβουλίας. Προέταξαν τα πρόσωπα και όχι τις προτάσεις, δεν έδωσαν διακριτό πολιτικό στίγμα και κρύφτηκαν πίσω από γενικότητες, αλλά στην πορεία δείχνουν να αντιλαμβάνονται ότι, έτσι, θα καταποντιστούν μαζί με το ΠΑΣΟΚ και επομένως πρέπει να τραβήξουν το δικό τους δρόμο. Ομως, αυτή η προσπάθεια έχει δυσκολίες και ήταν πολύ ενδεικτικές οι αντιδράσεις στην ομιλία του Γ. Βούλγαρη στο Περιστέρι που θεωρήθηκε από τους θεματοφύλακες του πράσινου κατεστημένου ως αυθάδης, γιατί πέρασε από το γενικό στο ειδικό και από την αοριστολογία στα συγκεκριμένα. Για να το περιγράψουμε με απλό τρόπο, αυτό που παίζεται πρώτα απ΄όλα είναι αν το όνομα στο ευρωψηφοδέλτιο θα είναι “Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη – ΠΑΣΟΚ” ή αν το ΠΑΣΟΚ θα είναι από κάτω μαζί με άλλες κινήσεις.

Στο μεταξύ, η “Δράση” ψάχνεται μόνη της, οι Οικολόγοι διασπώνται, το “Νέο Κόμμα” θέλει να αναζητήσει την τύχη του, ο Στ. Τζουμάκας είναι πολιτικός αρχηγός πλέον και έπεται συνέχεια στη θραυσματοποίηση, με τις σοβαρές και τις αστείες εκδοχές της. Ολη η συζήτηση για το νέο φορέα της Κεντροαριστεράς έχει εγκλωβιστεί στην αναζήτηση διαδικασιών και προσώπων, οι μάχες δίνονται ανελέητα στην κουίντα με τους όρους του παλαιοκομματισμού, ίντριγκες και βυζαντινισμοί αποπνέουν καμαρίλα και η αδυναμία επικοινωνίας με μια ζαλισμένη κοινή γνώμη βαθαίνει. Γιατί;

Μια απάντηση:

-Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να έχει συρρικνωθεί όσο δεν πάει άλλο, όμως παραμένει ισχυρό ως νοοτροπία και ως σύστημα, με αποτέλεσμα να έχει τη δύναμη να κλείσει τα παράθυρα για να μην μπει οξυγόνο στο χώρο που -σε μεγάλο βαθμό- ελέγχει. Και μπορεί η ΔΗΜΑΡ να εξαφανίζεται δημοσκοπικά, όμως ο Φ. Κουβέλης έχει ακόμη πιθανότητες να τα πάει καλά σε σχέση με την προσωπική/πολιτική του ατζέντα, η οποία προφανώς τον ενδιαφέρει εντονότατα.

-Το πολιτικό προσωπικό που μετέχει ενεργά στις διεργασίες, ένα σημαντικό κομμάτι του τουλάχιστον, εμμένει στη μανιέρα “πρώτα τα μικρά από τα μεγάλα”, προτάσσεται δηλαδή το συμφέρον του ατόμου-της ομάδας-του κόμματος έναντι του εθνικού-συλλογικού. Το ερώτημα “τι κερδίζω εγώ από αυτό” παραμένει η αρχή και το τέλος των προβληματισμών πολλών από τους περιφερόμενους στην περιοχή μεταξύ ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ και πάντως όσων πολιτεύονται επειδή πρόκειται για την καλύτερη δυνατή δουλειά που, αντικειμενικά, θα μπορούσαν να κάνουν.

-Η τοξικότητα της διαδικασίας (συγκρούσεις εγωισμών, παιχνίδια επικοινωνίας, αλληλοκαρφώματα, αλληλομαχαιρώματα κοκ) αποθαρρύνει όσους υπάρχουν και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας από το να εμπλακούν άμεσα στην υπόθεση με κίνδυνο να λερωθούν, χωρίς να φταίνε, από τις λάσπες.

-Πολλοί από τους πρωταγωνιστές του εγχειρήματος άλλα λένε-άλλα πιστεύουν και αυτό εκπέμπεται. Μπορεί το ακροατήριο να μην ξέρει ακριβώς ποια είναι η αντίφαση ή η ανακολουθία, αν κάτι υποστηρίζεται στ αλήθεια ή από σκοπιμότητα (για την κοινωνική δικαιοσύνη, τον εξορθολογισμό του κράτους κοκ), όμως αντιλαμβάνεται ότι αυτό που αρθρώνεται δεν εκφράζει στ αλήθεια το πολιτικό υποκείμενο, δεν βγαίνει από μέσα. Και αυτό το “από μέσα”, ακόμη και σε συνθήκες κοινωνικού ξεχαρβαλώματος, έχει μεγάλη δύναμη και παραμένει ζητούμενο -κάποιοι να το εννοούν και να το αισθάνονται.

Η Αγγελική Σπανού είναι δημοσιογράφος

By admin

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.